Mobile menu
  • VTEM Image Show
  • VTEM Image Show
  • VTEM Image Show
  • VTEM Image Show
  • VTEM Image Show
  • VTEM Image Show
  • VTEM Image Show
  • VTEM Image Show
  • VTEM Image Show
  • VTEM Image Show
  • VTEM Image Show
  • VTEM Image Show
  • VTEM Image Show
  • VTEM Image Show
  • VTEM Image Show
  • VTEM Image Show
  • VTEM Image Show
  • VTEM Image Show
  • VTEM Image Show
  • VTEM Image Show
  • VTEM Image Show
  • VTEM Image Show

Η καισαριανή πριν τους πρόσφυγες

Κάθε μικρή και μεγάλη ιστορία για την Καισαριανή έχει αφετηρία τον Υμηττό. Στη δυτική πλαγιά του βουνού υπήρχε από την προϊστορική περίοδο μια εξαιρετική βιοκλιματική ζώνη, ένα οικοσύστημα εξαιρετικής φυσικής ομορφιάς, με άφθονο νερό και θηράματα. Η περιοχή κατοικούνταν από τη νεολιθική εποχή, ενώ το ίδιο το όνομα του βουνού είναι προελληνικής προέλευσης (όπως αποδεικνύει η κατάληξη –ηττός). Στην αρχαϊκή και κλασική εποχή, οι πρόποδες του Υμηττού φιλοξενούσαν ιερά του Δία (Υμήττιος Ζευς, Όμβριος Ζευς) και του Απόλλωνα (Απόλλων Προόψιος).

Στον 4ο αιώνα π.Χ. ξεκινά να εξορύσσεται το χαρακτηριστικό κυανότεφρο Υμήττιο μάρμαρο, η περιοχή συνέχισε να καλλιεργείται και να αναπτύσσεται η κτηνοτροφία και η μελισσοκομία. Κάποια υπολείμματα υδροθεραπευτηρίων μαρτυρούν πως το νερό από τις πηγές του βουνού θεωρούνταν ιαματικό.Στους βυζαντινούς χρόνους εμφανίστηκαν αρκετές μονές και παρεκκλήσια, όπως η Μονή των Εισοδίων της Θεοτόκου (γνωστότερη ως «Μονή Καισαριανής»), η Μονή των Ταξιαρχών (ή «Μονή Αστερίου»), η Μονή του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου, του Αγίου Γεωργίου Κουταλέα ή Κουταλά κ.ά.

Οι ναοί οικοδομήθηκαν με βάση διάσπαρτα ερείπια αρχαίων ναών και ίσως στη θέση παλιότερων «φροντιστηριών», δηλαδή φιλοσοφικών σχολών (για τις οποίες κάνει λόγο ο Μιχαήλ Χωνιάτης το 13ο αιώνα), απόδειξη μιας σταθερής ανθρώπινης παρουσίας από την αρχαιότητα ως το Βυζάντιο. Η Μονή Καισαριανής, που σύμφωνα με τις αρχαιολογικές έρευνες, οικοδομήθηκε τον 11ο αιώνα μ.Χ. παρέμεινε ορόσημο για την περιοχή.

Κατά τη μακρά περίοδο της  δυτικής κατοχής γνωστής σας Φραγκοκρατίας - γαλλική κυριαρχία (1205-1311), Καταλωνική (1311-1387), Φλωρεντινή (1387-1456) κατά την οποία επικράτησαν και οι Βενετοί για μια μικρή περίοδο 8 ετών -   υποβαθμίστηκαν και οι λειτουργίες και οι δραστηριότητες της Καισαριανής. Προς το τέλος της Καταλωνικής κυριαρχίας και συγκεκριμένα το έτος 1383 έφθασαν και εγκαταστάθηκαν οι πρώτοι Αρβανίτες για λόγους δημογραφικούς και συγκεκριμένα για να πυκνώσει ο πληθυσμός που είχε αραιώσει μετά την επιδρομή των Ναβαρραίων.

Το 1458 οι Τούρκοι κατακτούν την Αθήνα και εδραιώνουν την κυριαρχία τους. Η ονομασία του Υμηττού στην περίοδο αυτή ήταν διαφορετική για τις εθνότητες. Οι Έλληνες ονόμαζαν το βουνό "Τρελός" οι Τούρκοι "Ντέλη Νταγ" που σήμαινε Τρελοβούνι και οι Φράγκοι "Monte Matto" (Τρελοβούνι) που προφανώς αποτελούσε αλλοίωση του αρχικού (Monte Ymeto). Οι τρεις αυτές ονομασίες φανερώνουν την αστάθεια των νεφών στην κορυφή του Υμηττού, που αποτελούσε και δείκτη των καιρικών μεταβολών σύμφωνα με την εμπειρική μετεωρολογία της εποχής. Kατά μια άλλη όμως ερμηνεία οφείλει το όνομά του "Tρελός" στην παραφθορά της γαλλικής λέξης tres long (επιμήκης).’ καθ’ όλη τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, ως σημαντικό θρησκευτικό κέντρο στην Αττική. Ο περίφημος Τούρκος περιηγητής Εβλιγιά Τσελεμπί της αφιερώνει μερικές γραμμές στο βιβλίο του Ταξίδι στην Ελλάδα: «Στους πρόποδες του Ντελί-Νταγ (σημ. «βουνό των τρελών», δηλαδή ο Υμηττός) υπάρχει ένα παλιό και φημισμένο μοναστήρι. Εκεί μαζεύονται οι Χριστιανοί και εκτελούν τις θρησκευτικές τους τελετές. Σ’ όλη την χώρα των γκιαούρηδων ρωμιών, η μονή είναι γνωστή ως κοτς-μπασί (κεφάλη κριαριού). Και σαν το κλίμα, και το νερό της, δεν βρίσκεις πουθενά αλλού στον κόσμο».

Εξαιτίας αλλεπάλληλων μεταβολών, στα τέλη του 19ου αιώνα, η δυτική πλαγιά του Yμηττού δεν προσφερόταν για κατοίκηση. Η τοποθεσία ήταν βραχώδης, δασώδης και ερημική, με εξαίρεση τις πηγές του (χαμένου σήμερα) Ηριδανού, όπου υπήρχε άφθονη βλάστηση και πλούσια πανίδα. Ιδιαίτερα κατατοπιστικό είναι το διήγημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη «Το Θαύμα της Καισαριανής» (1901), όπου αναφέρεται μεταξύ άλλων και η λαϊκή δοξασία για το θαυματουργό νερό των πηγών του Υμηττού: «Ήταν μια σπηλιά ωραία, στον βράχο τον θεόρατο, με χρώμα σταχτερό, που έσταζε δροσιές ολόγυρα. Μοσχοβολούσε ο τόπος από θυμάρια, σχοίνους και αγριοδυόσμους. Κόσμος ένα πλήθος, γυναίκες ένα σωρό, άντρες πολλοί και παιδιά ένα μελίσσι, άλλοι ορθοί, άλλοι καθισμένοι, μερικοί άρρωστοι από διάφορες ασθένειες, μισεροί και σακατεμένοι, βρίσκονταν εκεί και έκαναν το σταυρό τους. Το νερό ήταν δροσερό, γλυκό νερό, αγίασμα. Είχε μια μοσχοβολιά, που δεν ξαναέγινε…».

Αυτός ο επίγειος παράδεισος ήταν σχεδόν ακατοίκητος. Στο ανατολικό άκρο της Αθήνας δέσποζαν οι στρατιωτικές εγκαταστάσεις του πεζικού στο Γουδή και τα Ιλίσια, ενώ ο οικιστικός ιστός έφτανε μέχρι τα σπίτια της Πλατείας Μεσολογγίου στο Παγκράτι και τον μικρό συνοικισμό του Ζωγράφου. Η απογραφή του 1920, στον οικισμό δείχνει μόλις 11 κάτοικους. Σύμφωνα με νεότερη έρευνα που διεξήγαγε η ιστορικός Ελεάνα Συμεωνίδου (συνεργάτιδα του Ιστορικού μας Αρχείου) οι κάτοικοι αυτοί έμεναν από τις αρχές του 20ου αι. στην περιοχή που βρίσκεται απέναντι από τα Δημοτικά Σχολεία επι της οδού Ηρώς Κωσνταντοπούλου (σχετικά με το θέμα αυτό θα υπαρξει σχετικά ανάρτηση στη στήλη έρευνες και μελέτες).

Η πευκόφυτη περιοχή της Καισαριανής χαρακτηρίστηκε αναδασωτέα το 1917. Η απόφαση, όμως, αυτή δεν έμελλε να πραγματοποιηθεί ποτέ, καθώς η Μικρασιατική τραγωδία του 1922 προκάλεσε το τεράστιο κύμα προσφύγων, μέρος του οποίου δημιούργησε συνοικισμούς στις αναδασωτέες αυτές εκτάσεις. Η περιοχή της Καισαριανής - που δεν ήταν βοσκότοπος -χρησιμοποιούνταν, κατά κύριο λόγο, από το στρατό, αλλά εξυπηρετούσε και ανάγκες του κράτους. Συγκεκριμένα, στην περιοχή Αγ. Νικολάου υπήρχαν αποθήκες υλικού πολέμου και τρεις κρατικές φαρμακαποθήκες στην ίδια περιοχή, επίσης, ήταν οι στάβλοι για τα άλογα της ανακτορικής φρουράς. Το νοσοκομείο Συγγρού, το οποίο ήταν δωρεά του Ανδρέα Συγγρού, συμπλήρωνε την εικόνα της περιοχής. Το νοσοκομείο χρησίμευε για τη θεραπεία απόρων που έπασχαν από αφροδίσια νοσήματα. Κοντά στη Μονή Καισαριανής ήταν εγκατεστημένη η στρατιωτική μονάδα του χημικού πολέμου, ενώ στην περιοχή του Βλητικού σταθμού (στο ύψος του σημερινού νεκροταφείου) υπήρχαν στρατώνες.

Tα βυζαντινά μνημεία της Kαισαριανής

Το μοναστήρι της Καισαριανής, βρίσκεται σε ένα ειδυλλιακό περιβάλλον. Η μονή αφιερωμένη στα Εισόδια της Θεοτόκου, είναι χτισμένη μέσα στο δασός, σε υψόμετρο 350 μ. Αναφορικά με την προέλευση της ονομασίας του μοναστηρίου υπάρχουν διαφορετικές εκδοχές. Ο κύριος ναός πρέπει να οικοδομήθηκε - στα θεμέλια παλαιοχριστιανικού ναού του 5ου - 6ου αι. μ.χ. - τον 11ο αι. μ.Χ. ή στις αρχές του 12ου, είναι τύπου εγγεγραμμένου σταυροειδούς. Ο νάρθηκας του ναού προστέθηκε, προφανώς την περίοδο της Τουρκοκρατίας, όπως και το παρεκκλήσιο του Αγ. Αντωνίου, στη νότια πλευρά του ναού . Οι τοιχογραφίες στο εσωτερικό του ναού, οι οποίες χρονολογούνται τον 16ο αι. μ.Χ., έχουν ως πρότυπα την κρητική ζωγραφική και τη ζωγραφική του Άγιου Όρους. Το μοναστήρι Καισαριανής είχε πλουσιότατη βιβλιοθήκη και απετέλεσε σημαντικό κέντρο φιλοσοφίας, όπου διδάξαν σημαίνοντες φιλόσοφοι και λόγιοι της εποχής (Γεώργιος Πλήθων Γεμιστός κ.ά ). H Mονή σταμάτησε τη λειτουργία της (όπως και σχεδόν όλα τα μοναστήρια του Yμηττού) το 1832 με απόφαση της αντιβασιλείας του Oθωνα.

Αγ. Μάρκος ή Φραγκομονάστηρο: Το πρώτο χριστιανικό κέντρο του Υμηττού δεν βρισκόταν στη θέση της Μονής Καισαριανής, αλλά, στο νοτιοδυτικό ύψωμα του μοναστηριού, στη θέση του “Κοιμητηρίου των Πατέρων”. Σήμερα, στη θέση αυτή σώζονται τα λείψανα της παλαιοχριστιανικής βασιλικής του 5ου-6ου αιώνα, όπου και κτίσθηκε τον 10ο αιώνα άλλος ναός αφιερωμένος στους Ταξιάρχες. Νότια και σε επαφή με το ναό αυτό κτίσθηκε στα χρόνια της Φραγκοκρατίας η καθολική εκκλησία του Αγίου Μάρκου, απ’ όπου και η ονομασία Φραγκομονάστηρο.
Η θέση προσφέρει πανοραμική θέα, πράγμα που έχει επισημανθεί και στις επιστολές του Μιχαήλ Χωνιάτη.
Τον 11ο αιώνα, το μοναστικό κέντρο μεταφέρθηκε στην ασφαλέστερη σημερινή του θέση, με την ίδρυση του Καθολικού της Μονής Καισαριανής.
Στον ίδιο χώρο βρίσκεται και μεταγενέστερο ναϊδριο (16ος – 17ος  αι.) των Ταξιαρχών.
 
 
Βυζαντινός Πύργος Ανθούσας (Κούλα) Ο Πύργος Ανθούσας - γνωστός με το τούρκικο όνομα Κούλα - απέχει μόλις 600 μέτρα από την πρώτη διασταύρωση που θα συναντήσετε μετά την Καλοπούλα και θα πρέπει να στρίψετε αριστερά ανεβαίνοντας ή δεξιά κατεβαίνοντας. Είναι μεταβυζαντινών χρόνων και έχει τετράγωνη κάτοψη.

Η Μονή των Ταξιαρχών - Αστερίου: Ανηφορίζοντας προς την κορυφή του Υμηττού, περνώντας πρώτα το μοναστήρι της Καισαριανής στη συνεχεία την Καλοπούλα, φθάνουμε στη μονή Tαξιαρχών, πιο γνωστή ως μονή Αστερίου σε ύψος 545 μ. Η μόνη Tαξιαρχών λέγεται ότι έλαβε το όνομα "Αστερίου" από τον Όσιο Λουκά τον Στειριώτη, ιδρυτή της ομώνυμης βοιωτικής μονής, ο οποίος ήλθε στην Αθήνα έφηβος το 920 μ.Χ. Χρονολογείται περίπου στον 11ο αι. μ.Χ. και σύμφωνα με τις πηγές ήταν μετόχι του μοναστηρίου Καισαριανής. Η παλαιά μονή διατηρείται ως σήμερα ακέραιη και περιλαμβάνει τον φρουριακής μορφής περίβολο, 2 πτέρυγες κτηρίων και το καθολικό. Οι εσωτερικές επιφάνειες του ναού φέρουν τοιχογραφίες του 16ου αι.

Η μονή του Άγιου Γεωργίου (Κουταλά), κοντά στο Δημοτικό Nεκροταφείο Bύρωνα, αναφέρεται ως μετόχιο της μονής Καισαριανής και, προφανώς, ιδρύθηκε αργότερα από τη μονή αυτή. Η ονομασία της, σύμφωνα με τη μυθολογία, προέρχεται από τους άθλους του Ηρακλή. Συγκεκριμένα, ένας από τους άθλους ήταν και η εξολόθρευση του λιονταριού που ζούσε στις βουνοκορφές του Κιθαιρώνα. Σύμφωνα με τον μύθο, ο Ηρακλής φόνευσε το λιοντάρι του Κιθαιρώνα με ένα πελώριο ρόπαλο από γερό ξύλο, που λεγόταν κουτάλη και το οποίο μετέφερε στην περιοχή, που έλαβε και το όνομα Κουταλά.Ο ιστορικός Κ. Ορλανδός αναφέρει ότι το κανονικό όνομα είναι Κουταλάς και προέρχεται από τη γνωστή οικογένεια των Κουταλάδων. Παρά το γεγονός ότι οι πληροφορίες για τη μονή αυτή είναι ελάχιστες, φαίνεται ότι από την αρχαιότητα λειτουργούσε ως χώρος θρησκευτικής λατρείας. 

Η μονή του Άγιου Ιωάννου του Πρόδρομου βρίσκεται σε εξαιρετική τοποθεσία λίγο έξω από τη σημερινή κατοικημένη περιοχή της Καισαριανής σε ύψος 300 περίπου μέτρων. Είναι αφιερωμένη στην αποτομή της κεφαλής του Αγίου Ιωάννου του Πρόδρομου. Σύμφωνα με τις ελάχιστες υπάρχουσες μαρτυρίες, η μονή πρέπει να ιδρύθηκε τον 11ο αι. και ύστερα, όπως και τα υπόλοιπα μοναστήρια του Υμηττού. Ο δε αρχιτεκτονικός της ρυθμός παρακολουθεί αυτόν των υπόλοιπων μοναστηριών. Η μονή του Αγίου Ιωάννου του Πρόδρομου λειτουργεί και σήμερα ως γυναικεία μοναστική κοινότητα. Οι παρεμβάσεις που έχουν γίνει στη μονή από τη δεκαετία του 1950 και ύστερα ευπρέπισαν μεν τη μονή, αλλά, καθιστούν δυσδιάκριτη την ιστορία του.